Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018

Ο χρονος ειναι δικαστης/




Λένε,ο χρόνος,οτι γίνεται γιατρός
και θεραπεύει,με το πέρασμα τα μάτια
κλείνει πληγές μες στην ψυχή
και οι καρδιές,ξαναμαζεύουν τα κομμάτια...
****
Ομως ο χρόνος είναι δικαστής
και τιμωρεί με τις ψαγμένες αναμνήσεις..
πληρώνεις πάντα μετρητοίς
κι οσο κι αν θες να του κρυφτείς
πάντα μπροστά σου,θα 'ναι εκει στις παραισθήσεις...
****
Λένε,ο χρόνος,οτι γίνεται ληστής
που αφαιρεί σιγά σιγά το παρελθόν σου
κλέβει φωνές και δισταγμούς
λεηλατεί τις ενοχές των στεναγμών σου...
Δημοσίευση στο stixoi.info:
Ηλιας Παπαδημητριου

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2018

Πάντα θα μας τραβάει το απαγορευμένο


  Δεν είναι στόχος μου να ωραιοποιώ καταστάσεις λέγοντας όμορφα ρομαντικά ψέματα. Δεν είναι στόχος μου να τα κάνω όλα να δείχνουν παραμυθένια. Αν μου πείτε πως οι ανθρώπινες αδυναμίες σας εκνευρίζουν όταν εμφανίζονται απρόσκλητες και κηλιδώνουν πότε πότε όσα προσπαθείτε να κρατήσετε ανέγγιχτα μέσα σας, θα παραδεχτώ πως κι εγώ έχω νιώσει έτσι. Μα η λύση δεν είναι να πάψουμε να έχουμε «αδυναμίες». Ο στόχος είναι να μάθουμε να τις διαχειριζόμαστε.
Δε γνωρίζω αν ο άνθρωπος είναι ον εκ φύσεως μονογαμικό. Τείνω να πιστέψω πως είναι περισσότερο θέμα χαρακτήρα το πώς θα επιλέξει να ζει κανείς. Ξέρω όμως ότι έχει κι αυτός ένστικτα, ανεξάρτητα από το αν θα τους επιβληθεί τελικά ή όχι.
Όταν ζευγαρώνεις, ας πούμε, δεν απονευρώνεσαι. Μπορείς ακόμη να ξεχωρίσεις τι είναι για σένα ελκυστικό και τι θα μπορούσε να σε αναστατώσει. Δεν είναι κακό. Αυτό που μπορούμε να καθορίσουμε είναι κατά κύριο λόγο οι πράξεις μας και με βάση αυτές γίνεται ο απολογισμός στο τέλος της ημέρας.
Πολλοί αναρωτιούνται γιατί καταλήγει κάποιος να φαντασιώνεται ένα τρίτο πρόσωπο ή ακόμη και να απατάει τη σχέση του. Τι το διαφορετικό, σκέφτονται, έχει να του προσφέρει στο σεξουαλικό κομμάτι ο εκάστοτε τρίτος άνθρωπος. Πόσο μάλλον όταν δεν μπορεί ποτέ κανείς να είναι σίγουρος ότι ποιοτικά το σεξ θα είναι καλύτερο με αυτόν τον άλλον απ’ ό,τι με το ταίρι του.
Τι μας ξεσηκώνει λοιπόν τόσο πολύ στην ιδέα του «άλλου» ακόμη κι αν η όποια αναστάτωση παραμένει στα όρια της σκέψης και μόνο; Δεν μπορούν οι σχέσεις να παραμείνουν ανεπηρέαστες από τα ένστικτά μας; Γιατί να μην μπορούμε να νιώσουμε απόλυτα το «εσύ κι εγώ, εγώ κι εσύ μόνοι πάνω στη γη»  ακόμη και σε μια σχέση μακροχρόνια;
Η απάντηση είναι τόσο απλή που δε θα ευχαριστήσει κανέναν. Λέγεται εξοικείωση, οικειότητα, απομυθοποίηση, προβλεψιμότητα, συνήθεια, επανάπαυση. Just pick a word and you got the point.
Mε άλλα λόγια, είναι η αίσθηση πως δεν έχεις κάτι άλλο να ανακαλύψεις στον τόσο γνώριμο πλέον άνθρωπο που στέκεται δίπλα σου, αλλά ίσως ακόμη περισσότερο το ότι δεν έχει κι εκείνος να ανακαλύψει κάτι σε σένα. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζεις.
Όπως έχω ξαναπεί, το μοναδικό πράγμα που σ’ ένα ζευγάρι είναι δύσκολο να διατηρηθεί αλώβητο, είναι η καύλα της κατάκτησης του άπιαστου. Είναι η αναστάτωση του παιχνιδιού της διεκδίκησης. O εγκεφαλικός ερεθισμός που σου προκαλεί το πάθος με το οποίο ο άλλος που δε σε έχει, θέλει να σε αποκτήσει. H λαχτάρα στο βλέμμα, η πρόκληση στις κινήσεις, η γλώσσα του σώματος που ζητά αποκωδικοποίηση, είναι η φωτιά του «δεν αντέχω άλλο» που σε κάνει παρανάλωμα.
Η ορμή του ανθρώπου που διεκδικεί κάτι το οποίο δεν του «ανήκει» αλλά το θέλει πολύ, θα είναι εντελώς διαφορετική από αυτή του συντρόφου σου στον οποίο έχεις ήδη δοθεί και το ξέρεις.
Είναι σα να σπας τελικά το φράγμα ενός ποταμού που εμπόδιζε τη ροή του. Η ορμή του δε θα μπορεί να συγκριθεί με εκείνη ενός ποταμού που κυλάει στο ίδιο μοτίβο κάθε μέρα χωρίς να συναντάει στο διάβα του εμπόδια και αλλαγές. Κι επειδή συνήθως επιθυμούμε με πιο έντονο τρόπο πράγματα που δεν είχαμε ποτέ μέχρι πρότινος, κάπως έτσι πέφτουμε στην παγίδα της ίντριγκας απέναντι στο άγνωστο «άλλο».
Πώς να μη φτιαχτείς σκεπτόμενος ότι κάποιος αναστατώνεται και μόνο στην ιδέα του να σε έχει; Πώς να μη γιγαντωθεί το εγώ σου που θρέφεται από την επιβεβαίωση; Πώς να μην ερεθιστείς καθώς αναρωτιέσαι πώς θα ήταν αν τελικά έκανες κάτι μαζί του; Πώς να μη σε ξεσηκώσουν οι εικόνες που φτιάχνεις με αυτό το τρίτο πρόσωπο, όταν τις σκηνοθετεί η ίδια σου η φαντασία;
Να μία λέξη κλειδί. Στη φαντασία μας όλα γίνονται όπως ακριβώς θέλουμε εμείς. Στη φαντασία μας όλα είναι ιδανικά. Το άγνωστο του «άλλου» σου δίνει την πολυτέλεια να φανταστείς. Το γνωστό του συντρόφου σου όχι πάντα. Ειδικά αν δε φροντίζετε εσείς οι ίδιοι να υπάρχει ποικιλία.
Κακά τα ψέματα, το πάθος είναι συνυφασμένο με το ξέσπασμα. Και συνήθως ξεσπάμε όταν κάτι μέσα μας έχει καταπιεστεί επειδή δε συνέβη αμέσως ή όταν θέλουμε κάτι τόσο πολύ που όταν μας το προσφέρουν πέφτουμε σε αυτό με τα μούτρα.
Σε μια μακροχρόνια σχέση άθελά σου έχεις καταλήξει να θεωρείς το έτερον ήμισυ κάτι που ήδη έχει κατακτηθεί. Οι αντιδράσεις του δε σου είναι άγνωστες και ο ενθουσιασμός της εξερεύνησης, που λέγαμε, σιγά σιγά εξασθενεί.
Δεν είναι κάτι το αναπόφευκτο βέβαια, αν θέλετε τη γνώμη μου. Σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται και από εμάς το αν όλα τα παραπάνω θα διατηρηθούν σε καλά επίπεδα. Το τέλμα σε μια σχέση δεν είναι σίγουρο αποτέλεσμα, έχει να κάνει και από τα μέλη που την απαρτίζουν. Μπορεί να παραδέχτηκα πως είναι δύσκολο και θέλει δουλειά, όμως υπάρχουν τρόποι να παραμείνουν όλα ζωντανά σε τέτοιο βαθμό που να μη χρειαστεί να πραγματοποιήσουμε τα ένστικτά μας.
Δυστυχώς αυτό δεν είναι ένα κείμενο με «50+1 tips για να διατηρήσετε τη σχέση σας ζωντανή», οπότε καλείστε μόνοι σας να βρείτε αυτούς τους τρόπους αν δε θέλετε να καταλήξει το σεξ με τον σύντροφό σας να ομοιάζει με την αίσθηση που έχετε όταν ξύνετε το χέρι σας.
Ένστικτα και ανάγκες θα υπάρχουν πάντα όσο υπάρχουν άνθρωποι με ορμές και όρεξη για ζωή και έρωτα. Το θέμα είναι όλα αυτά να χρησιμοποιούνται προς όφελος μιας σχέσης και όχι σε βάρος της.
Ούτε οι παρωπίδες είναι ενδεδειγμένη αντιμετώπιση απέναντι στους πειρασμούς, ούτε η αποχαύνωση. Αν παραδεχτούμε πως όλα είναι μέσα στο παιχνίδι, πως κάποια πράγματα είναι φυσικό να συμβαίνουν, έχουμε ήδη κάνει το πρώτο βήμα για να τα αντιμετωπίσουμε και να αποφύγουμε τους εκτροχιασμούς.
Μην αλληλοπαραμυθιάζεστε λοιπόν στις σχέσεις σας φοβούμενοι ότι θα χαλάσετε το παραμυθένιο τους ντεκόρ. Σταθείτε ο ένας δίπλα στον άλλον σαν άνθρωποι με αδυναμίες και βρείτε μαζί τρόπους να διατηρήσετε αυτό που έχετε πιο ζωντανό από τους πειρασμούς.
Αν πάλι σας έχει τελειώσει και δεν τα καταφέρνετε, ενδώστε και βάλτε ένα γενναίο τέλος σε κάτι άχρωμο που κρατάει και τους δυο σας πίσω.
Συντάκτης: Έλλη Πράντζου

. Μπορεί και να΄ναι ψυχρότητα όλο το πάθος


«Μπορεί και να΄ναι ψυχρότητα όλο το πάθος»
σκεφτόμουνα περπατώντας άκρη άκρη στον γκρεμό…
σιωπή και μέσα μου πιο άσπρη αχνιστή,
γαλακτερή μ΄ακέφαλες τις λέξεις να πλένε να λιώνουν οι έννοιες,
τα πρόσωπα ενώ στον πάτο πέφτουν και ξαπλώνουν τα πράγματα.
Κύματα στην καταχνιά
μια φάλαινα που είδα από μακριά
να πετάει το υγρό τραγούδι της στον πάνω ωκεανό
και τη χαράδρα πράσινη κλειστή με το μουσούδι της μονάχα
ν΄ακουμπάει στην άμμο ο άγιος που ποτέ δεν πίστεψα
άκουσα μόνο τα κουδουνάκια του
κι αλάφρωσα λιγάκι αυτά μόνο τα λίγα σκοτάδια τα σχισμένα.
Το πάθος μοιάζει να έρχεται από την αλχημεία του πάγου μια κρυάδα
που κρατάει αμοίραστο τον πόνο και την ουσία του καλού τόσο βαθιά θαμμένη.
Στέκει πίσω απ΄τα πράγματα σαν ένα κόκαλο σαν νεύρο αλύγιστο,
σκληρό π΄ούτε φωτιά δεν πιάνει κάτι σαν ζώο-
θυρωρός μ΄ένα μονάχα μάτι ακίνητο το χάος να κοιτάει μ΄ένα μονάχα αυτί ν΄ακούει τη σιωπή.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ

ΤΟ ΝΕΟ ΠΑΘΟΣ



Έρχεται σαν τον ξαφνικό άνεμο
του καλοκαιριού· όμως δεν δροσίζει
μόνο φουσκώνει τα καυτά κύματα τού νου.
Το σώμα ακολουθεί
σαν τρελαμένος σαλτιμπάγκος·
χειρονομεί αφύσικα
για να πείσει το κοινό πως θριαμβεύει.
«Τι είναι; Τι σου λείπει;»
ρωτάω τα διάφορα μέρη του προσώπου
με την ειρωνεία που παράγει
η πίκρα της πείρας,
η πίκρα της απεριόριστης απώλειας.
Απαντώ: Κοιτώ τη θάλασσα
κι όλο μου αφαιρείται η έννοιά της
αφού όλα τα γαλάζια ξεχάστηκαν
κι εγώ λησμόνησα τα μπλε…
Ζητώ εξηγήσεις από την πλάση
μα με στέλνουν αλλού
σε άλλη υπηρεσία συναλλαγών·
καμιά σχέση με το μέλλον.
Λέω: Θα ‘μαι γλυκιά
θ’ αποδείξω πόσο μακάρια είναι η καλοσύνη
πόσο μακρόβια η γενναιοδωρία…
Μου απαντάει για φωνή στεγνή
αποθηκευμένη στο αμπάρι της στέρησης:
«Τι θες; Σου ζήτησε κανείς τίποτα;»
Και τότε έρχεται
-όπως παλιά η επιθυμία ερχόταν-
ένας αέρας, ένα κρύο κύμα
ένα μαύρο φως, ένα τυφλό πάθος
χωρίς μάτι· αστραφτερά στο τέλος του σπασμού
μ’ ένα αγκίστρι μπηγμένο στο στομάχι
που ματώνει όλο και πιο βαθιά
μεταλλάζει τις θρεφτικές ουσίες
ασχημίζει τα ιερά πρόσωπα
του γάμου, της φιλίας,
ενώ σε κάποια κρυφή αυλή της ύπαρξης
μαζεύονται τα σκουπίδια γέλια
τα σκασμένα λάστιχα της κίνησης.
Έρχεται, ανεβαίνει, δεν επιβαίνει
γιατί είναι ανάπηρος, πεζός
δεν επιβάλλεται σαν επιθυμία
γιατί δεν υπάρχει επί
είναι μόνο θυμός…
Ή μήπως ο Θεός που ‘χει κακοφορμίσει;
Αθήνα, 1/11/2000
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

ΠΑΘΟΣ


ΩΣ πότε πιὰ ἡ ζωή μας νὰ σαπίζῃ
σὰν τὰ στεκάμενα νερά, ἡ θλιμμένη
καὶ μὲς στὸ βοῦρκο τῆς λιμνιᾶς νἀνθίζῃ
λευκὰ παρθενικὰ ἡ Νυμφαία ντυμένη;
Τὸ πάθος τὸ τρανὸ ζητῶ ποὺ ὁρίζει
τὴ μοῖρα τῆς ζωῆς σὰ νά εἰταν ξένη
καὶ τὴν τυφλὴν ἀπόφαση χαρίζει
ποῦ ρίχνουνται στὰ κύματα οἱ πνιγμένοι.
Πόθοι νόθοι κρυφοὶ καὶ πόθοι στεῖροι
ποῦ ἀποτρυγᾶτε τὸ ἄρρωστο ὄνειρό μου,
ἦρθε τὸ πάθος τὸ τρανὸ νὰ σύρῃ
Καὶ μένα σκλάβο του ἔξω νοῦ καὶ νόμου,
νὰ μάθω καὶ νὰ πῶ πῶς εἶναι ἴσως
πιὸ δυνατὴ ἡ ἀγάπη κι ἀπ’ τὸ μῖσος.
Ι. Γρυπάρης, Σκαραβαίοι και Τερρακότες, Αθήνα, Εστία, 1928, σ. σ. 69−70

-Κική Δημουλά, «Τα πάθη της βροχής»


«Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον νικημένο πάντα ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός κανονικής βροχής.
Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μου ‘μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.
Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα να ‘ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.»
(Κ. Δημουλά, Το λίγο του κοσμου, Στιγμή)

-Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, «Φόβος το νέο πάθος»


«Οι πληγές δεν ανθίζουν πια
σε ποιήματα και τραγούδια ·
κακοφορμίζουν μονάχα.
Η θάλασσα δεν είναι πόθος
που πλέει στ’ανοιχτά
αλλά φόβος του βυθού.
Τι έγινε η χαρά της ζωής
που καταχτούσε την κάθε στιγμή
ακόμη κι όταν η μέρα ξημέρωνε δυσοίωνη;
Τώρα πόνος κανένας
δε μαστίζει το κορμί
αλλά το μέσα το αλυσοδένει
ένας νέος παντοδύναμος τύρρανος:
ο φόβος.
Ήρθε ο φόβος και σάρωσε
όλα τα πάθη.
Ο έρωτας τώρα μοιάζει
πότε με ζητιάνο στη γωνιά
και πότε με γελωτοποιό χωρίς δουλειά
αφού κανέναν πια δεν κάνει να γελάσει.
Ένα είναι το πάθος · ο φόβος
π’απλώνεται σαν σάβανο
και όλα τα σκεπάζει.
Φόβος για την κατάρρευση
της φύσης, του κορμιού, του κόσμου.
Τώρα αντί να ουρλιάζει το μέσα
«Τι ωραίος που είναι αυτός!»
μια είναι η φωνή που κυριαρχεί:
«Πρόσεχε!»»