Πέμπτη 5 Ιουλίου 2018

Πάντα θα μας τραβάει το απαγορευμένο


  Δεν είναι στόχος μου να ωραιοποιώ καταστάσεις λέγοντας όμορφα ρομαντικά ψέματα. Δεν είναι στόχος μου να τα κάνω όλα να δείχνουν παραμυθένια. Αν μου πείτε πως οι ανθρώπινες αδυναμίες σας εκνευρίζουν όταν εμφανίζονται απρόσκλητες και κηλιδώνουν πότε πότε όσα προσπαθείτε να κρατήσετε ανέγγιχτα μέσα σας, θα παραδεχτώ πως κι εγώ έχω νιώσει έτσι. Μα η λύση δεν είναι να πάψουμε να έχουμε «αδυναμίες». Ο στόχος είναι να μάθουμε να τις διαχειριζόμαστε.
Δε γνωρίζω αν ο άνθρωπος είναι ον εκ φύσεως μονογαμικό. Τείνω να πιστέψω πως είναι περισσότερο θέμα χαρακτήρα το πώς θα επιλέξει να ζει κανείς. Ξέρω όμως ότι έχει κι αυτός ένστικτα, ανεξάρτητα από το αν θα τους επιβληθεί τελικά ή όχι.
Όταν ζευγαρώνεις, ας πούμε, δεν απονευρώνεσαι. Μπορείς ακόμη να ξεχωρίσεις τι είναι για σένα ελκυστικό και τι θα μπορούσε να σε αναστατώσει. Δεν είναι κακό. Αυτό που μπορούμε να καθορίσουμε είναι κατά κύριο λόγο οι πράξεις μας και με βάση αυτές γίνεται ο απολογισμός στο τέλος της ημέρας.
Πολλοί αναρωτιούνται γιατί καταλήγει κάποιος να φαντασιώνεται ένα τρίτο πρόσωπο ή ακόμη και να απατάει τη σχέση του. Τι το διαφορετικό, σκέφτονται, έχει να του προσφέρει στο σεξουαλικό κομμάτι ο εκάστοτε τρίτος άνθρωπος. Πόσο μάλλον όταν δεν μπορεί ποτέ κανείς να είναι σίγουρος ότι ποιοτικά το σεξ θα είναι καλύτερο με αυτόν τον άλλον απ’ ό,τι με το ταίρι του.
Τι μας ξεσηκώνει λοιπόν τόσο πολύ στην ιδέα του «άλλου» ακόμη κι αν η όποια αναστάτωση παραμένει στα όρια της σκέψης και μόνο; Δεν μπορούν οι σχέσεις να παραμείνουν ανεπηρέαστες από τα ένστικτά μας; Γιατί να μην μπορούμε να νιώσουμε απόλυτα το «εσύ κι εγώ, εγώ κι εσύ μόνοι πάνω στη γη»  ακόμη και σε μια σχέση μακροχρόνια;
Η απάντηση είναι τόσο απλή που δε θα ευχαριστήσει κανέναν. Λέγεται εξοικείωση, οικειότητα, απομυθοποίηση, προβλεψιμότητα, συνήθεια, επανάπαυση. Just pick a word and you got the point.
Mε άλλα λόγια, είναι η αίσθηση πως δεν έχεις κάτι άλλο να ανακαλύψεις στον τόσο γνώριμο πλέον άνθρωπο που στέκεται δίπλα σου, αλλά ίσως ακόμη περισσότερο το ότι δεν έχει κι εκείνος να ανακαλύψει κάτι σε σένα. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζεις.
Όπως έχω ξαναπεί, το μοναδικό πράγμα που σ’ ένα ζευγάρι είναι δύσκολο να διατηρηθεί αλώβητο, είναι η καύλα της κατάκτησης του άπιαστου. Είναι η αναστάτωση του παιχνιδιού της διεκδίκησης. O εγκεφαλικός ερεθισμός που σου προκαλεί το πάθος με το οποίο ο άλλος που δε σε έχει, θέλει να σε αποκτήσει. H λαχτάρα στο βλέμμα, η πρόκληση στις κινήσεις, η γλώσσα του σώματος που ζητά αποκωδικοποίηση, είναι η φωτιά του «δεν αντέχω άλλο» που σε κάνει παρανάλωμα.
Η ορμή του ανθρώπου που διεκδικεί κάτι το οποίο δεν του «ανήκει» αλλά το θέλει πολύ, θα είναι εντελώς διαφορετική από αυτή του συντρόφου σου στον οποίο έχεις ήδη δοθεί και το ξέρεις.
Είναι σα να σπας τελικά το φράγμα ενός ποταμού που εμπόδιζε τη ροή του. Η ορμή του δε θα μπορεί να συγκριθεί με εκείνη ενός ποταμού που κυλάει στο ίδιο μοτίβο κάθε μέρα χωρίς να συναντάει στο διάβα του εμπόδια και αλλαγές. Κι επειδή συνήθως επιθυμούμε με πιο έντονο τρόπο πράγματα που δεν είχαμε ποτέ μέχρι πρότινος, κάπως έτσι πέφτουμε στην παγίδα της ίντριγκας απέναντι στο άγνωστο «άλλο».
Πώς να μη φτιαχτείς σκεπτόμενος ότι κάποιος αναστατώνεται και μόνο στην ιδέα του να σε έχει; Πώς να μη γιγαντωθεί το εγώ σου που θρέφεται από την επιβεβαίωση; Πώς να μην ερεθιστείς καθώς αναρωτιέσαι πώς θα ήταν αν τελικά έκανες κάτι μαζί του; Πώς να μη σε ξεσηκώσουν οι εικόνες που φτιάχνεις με αυτό το τρίτο πρόσωπο, όταν τις σκηνοθετεί η ίδια σου η φαντασία;
Να μία λέξη κλειδί. Στη φαντασία μας όλα γίνονται όπως ακριβώς θέλουμε εμείς. Στη φαντασία μας όλα είναι ιδανικά. Το άγνωστο του «άλλου» σου δίνει την πολυτέλεια να φανταστείς. Το γνωστό του συντρόφου σου όχι πάντα. Ειδικά αν δε φροντίζετε εσείς οι ίδιοι να υπάρχει ποικιλία.
Κακά τα ψέματα, το πάθος είναι συνυφασμένο με το ξέσπασμα. Και συνήθως ξεσπάμε όταν κάτι μέσα μας έχει καταπιεστεί επειδή δε συνέβη αμέσως ή όταν θέλουμε κάτι τόσο πολύ που όταν μας το προσφέρουν πέφτουμε σε αυτό με τα μούτρα.
Σε μια μακροχρόνια σχέση άθελά σου έχεις καταλήξει να θεωρείς το έτερον ήμισυ κάτι που ήδη έχει κατακτηθεί. Οι αντιδράσεις του δε σου είναι άγνωστες και ο ενθουσιασμός της εξερεύνησης, που λέγαμε, σιγά σιγά εξασθενεί.
Δεν είναι κάτι το αναπόφευκτο βέβαια, αν θέλετε τη γνώμη μου. Σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται και από εμάς το αν όλα τα παραπάνω θα διατηρηθούν σε καλά επίπεδα. Το τέλμα σε μια σχέση δεν είναι σίγουρο αποτέλεσμα, έχει να κάνει και από τα μέλη που την απαρτίζουν. Μπορεί να παραδέχτηκα πως είναι δύσκολο και θέλει δουλειά, όμως υπάρχουν τρόποι να παραμείνουν όλα ζωντανά σε τέτοιο βαθμό που να μη χρειαστεί να πραγματοποιήσουμε τα ένστικτά μας.
Δυστυχώς αυτό δεν είναι ένα κείμενο με «50+1 tips για να διατηρήσετε τη σχέση σας ζωντανή», οπότε καλείστε μόνοι σας να βρείτε αυτούς τους τρόπους αν δε θέλετε να καταλήξει το σεξ με τον σύντροφό σας να ομοιάζει με την αίσθηση που έχετε όταν ξύνετε το χέρι σας.
Ένστικτα και ανάγκες θα υπάρχουν πάντα όσο υπάρχουν άνθρωποι με ορμές και όρεξη για ζωή και έρωτα. Το θέμα είναι όλα αυτά να χρησιμοποιούνται προς όφελος μιας σχέσης και όχι σε βάρος της.
Ούτε οι παρωπίδες είναι ενδεδειγμένη αντιμετώπιση απέναντι στους πειρασμούς, ούτε η αποχαύνωση. Αν παραδεχτούμε πως όλα είναι μέσα στο παιχνίδι, πως κάποια πράγματα είναι φυσικό να συμβαίνουν, έχουμε ήδη κάνει το πρώτο βήμα για να τα αντιμετωπίσουμε και να αποφύγουμε τους εκτροχιασμούς.
Μην αλληλοπαραμυθιάζεστε λοιπόν στις σχέσεις σας φοβούμενοι ότι θα χαλάσετε το παραμυθένιο τους ντεκόρ. Σταθείτε ο ένας δίπλα στον άλλον σαν άνθρωποι με αδυναμίες και βρείτε μαζί τρόπους να διατηρήσετε αυτό που έχετε πιο ζωντανό από τους πειρασμούς.
Αν πάλι σας έχει τελειώσει και δεν τα καταφέρνετε, ενδώστε και βάλτε ένα γενναίο τέλος σε κάτι άχρωμο που κρατάει και τους δυο σας πίσω.
Συντάκτης: Έλλη Πράντζου

. Μπορεί και να΄ναι ψυχρότητα όλο το πάθος


«Μπορεί και να΄ναι ψυχρότητα όλο το πάθος»
σκεφτόμουνα περπατώντας άκρη άκρη στον γκρεμό…
σιωπή και μέσα μου πιο άσπρη αχνιστή,
γαλακτερή μ΄ακέφαλες τις λέξεις να πλένε να λιώνουν οι έννοιες,
τα πρόσωπα ενώ στον πάτο πέφτουν και ξαπλώνουν τα πράγματα.
Κύματα στην καταχνιά
μια φάλαινα που είδα από μακριά
να πετάει το υγρό τραγούδι της στον πάνω ωκεανό
και τη χαράδρα πράσινη κλειστή με το μουσούδι της μονάχα
ν΄ακουμπάει στην άμμο ο άγιος που ποτέ δεν πίστεψα
άκουσα μόνο τα κουδουνάκια του
κι αλάφρωσα λιγάκι αυτά μόνο τα λίγα σκοτάδια τα σχισμένα.
Το πάθος μοιάζει να έρχεται από την αλχημεία του πάγου μια κρυάδα
που κρατάει αμοίραστο τον πόνο και την ουσία του καλού τόσο βαθιά θαμμένη.
Στέκει πίσω απ΄τα πράγματα σαν ένα κόκαλο σαν νεύρο αλύγιστο,
σκληρό π΄ούτε φωτιά δεν πιάνει κάτι σαν ζώο-
θυρωρός μ΄ένα μονάχα μάτι ακίνητο το χάος να κοιτάει μ΄ένα μονάχα αυτί ν΄ακούει τη σιωπή.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ

ΤΟ ΝΕΟ ΠΑΘΟΣ



Έρχεται σαν τον ξαφνικό άνεμο
του καλοκαιριού· όμως δεν δροσίζει
μόνο φουσκώνει τα καυτά κύματα τού νου.
Το σώμα ακολουθεί
σαν τρελαμένος σαλτιμπάγκος·
χειρονομεί αφύσικα
για να πείσει το κοινό πως θριαμβεύει.
«Τι είναι; Τι σου λείπει;»
ρωτάω τα διάφορα μέρη του προσώπου
με την ειρωνεία που παράγει
η πίκρα της πείρας,
η πίκρα της απεριόριστης απώλειας.
Απαντώ: Κοιτώ τη θάλασσα
κι όλο μου αφαιρείται η έννοιά της
αφού όλα τα γαλάζια ξεχάστηκαν
κι εγώ λησμόνησα τα μπλε…
Ζητώ εξηγήσεις από την πλάση
μα με στέλνουν αλλού
σε άλλη υπηρεσία συναλλαγών·
καμιά σχέση με το μέλλον.
Λέω: Θα ‘μαι γλυκιά
θ’ αποδείξω πόσο μακάρια είναι η καλοσύνη
πόσο μακρόβια η γενναιοδωρία…
Μου απαντάει για φωνή στεγνή
αποθηκευμένη στο αμπάρι της στέρησης:
«Τι θες; Σου ζήτησε κανείς τίποτα;»
Και τότε έρχεται
-όπως παλιά η επιθυμία ερχόταν-
ένας αέρας, ένα κρύο κύμα
ένα μαύρο φως, ένα τυφλό πάθος
χωρίς μάτι· αστραφτερά στο τέλος του σπασμού
μ’ ένα αγκίστρι μπηγμένο στο στομάχι
που ματώνει όλο και πιο βαθιά
μεταλλάζει τις θρεφτικές ουσίες
ασχημίζει τα ιερά πρόσωπα
του γάμου, της φιλίας,
ενώ σε κάποια κρυφή αυλή της ύπαρξης
μαζεύονται τα σκουπίδια γέλια
τα σκασμένα λάστιχα της κίνησης.
Έρχεται, ανεβαίνει, δεν επιβαίνει
γιατί είναι ανάπηρος, πεζός
δεν επιβάλλεται σαν επιθυμία
γιατί δεν υπάρχει επί
είναι μόνο θυμός…
Ή μήπως ο Θεός που ‘χει κακοφορμίσει;
Αθήνα, 1/11/2000
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

ΠΑΘΟΣ


ΩΣ πότε πιὰ ἡ ζωή μας νὰ σαπίζῃ
σὰν τὰ στεκάμενα νερά, ἡ θλιμμένη
καὶ μὲς στὸ βοῦρκο τῆς λιμνιᾶς νἀνθίζῃ
λευκὰ παρθενικὰ ἡ Νυμφαία ντυμένη;
Τὸ πάθος τὸ τρανὸ ζητῶ ποὺ ὁρίζει
τὴ μοῖρα τῆς ζωῆς σὰ νά εἰταν ξένη
καὶ τὴν τυφλὴν ἀπόφαση χαρίζει
ποῦ ρίχνουνται στὰ κύματα οἱ πνιγμένοι.
Πόθοι νόθοι κρυφοὶ καὶ πόθοι στεῖροι
ποῦ ἀποτρυγᾶτε τὸ ἄρρωστο ὄνειρό μου,
ἦρθε τὸ πάθος τὸ τρανὸ νὰ σύρῃ
Καὶ μένα σκλάβο του ἔξω νοῦ καὶ νόμου,
νὰ μάθω καὶ νὰ πῶ πῶς εἶναι ἴσως
πιὸ δυνατὴ ἡ ἀγάπη κι ἀπ’ τὸ μῖσος.
Ι. Γρυπάρης, Σκαραβαίοι και Τερρακότες, Αθήνα, Εστία, 1928, σ. σ. 69−70

-Κική Δημουλά, «Τα πάθη της βροχής»


«Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον νικημένο πάντα ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός κανονικής βροχής.
Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μου ‘μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.
Κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα να ‘ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.»
(Κ. Δημουλά, Το λίγο του κοσμου, Στιγμή)

-Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, «Φόβος το νέο πάθος»


«Οι πληγές δεν ανθίζουν πια
σε ποιήματα και τραγούδια ·
κακοφορμίζουν μονάχα.
Η θάλασσα δεν είναι πόθος
που πλέει στ’ανοιχτά
αλλά φόβος του βυθού.
Τι έγινε η χαρά της ζωής
που καταχτούσε την κάθε στιγμή
ακόμη κι όταν η μέρα ξημέρωνε δυσοίωνη;
Τώρα πόνος κανένας
δε μαστίζει το κορμί
αλλά το μέσα το αλυσοδένει
ένας νέος παντοδύναμος τύρρανος:
ο φόβος.
Ήρθε ο φόβος και σάρωσε
όλα τα πάθη.
Ο έρωτας τώρα μοιάζει
πότε με ζητιάνο στη γωνιά
και πότε με γελωτοποιό χωρίς δουλειά
αφού κανέναν πια δεν κάνει να γελάσει.
Ένα είναι το πάθος · ο φόβος
π’απλώνεται σαν σάβανο
και όλα τα σκεπάζει.
Φόβος για την κατάρρευση
της φύσης, του κορμιού, του κόσμου.
Τώρα αντί να ουρλιάζει το μέσα
«Τι ωραίος που είναι αυτός!»
μια είναι η φωνή που κυριαρχεί:
«Πρόσεχε!»»

–Ράινερ Μαρία Ρίλκε, «Πριν από τα πάθη»


 “Αν αυτό ‘χες θελήσει, δεν έπρεπε μέσα
από σπλάχνα γυναίκας να περάσεις:
ας έσκαβαν, σωτήρες για να βρουν τα σπλάχνα
των βουνών, όπου από το σκληρό το σκληρό βγαίνει.
Δεν νιώθεις πόνο εσύ, έτσι να ερημώνεις
την αγαπημένη κοιλάδα σου; δες την ανημποριά μου!
Δεν έχω παρά ρυάκια από γάλα κι από δάκρυα μόνο-
μα εσύ μέσα στο υπέρμετρο ήσουν πάντα…
Με πόση δε μου ευαγγελίστης πολυτέλεια!
Γιατί όμοια άγριος απ’ τα σπλάχνα μου δε βγήκες;
Αν μόνο τίγρεις χρειάζεσαι, να σε ξεσκίσουν,
γιατί μ’ έμαθαν, τότε, στον γυναικωνίτη,
ένα απαλό, καθάριο ρούχο να σου υφαίνω,
που, μήτε μια φορά, το πιο μικρό της ραφής ίχνος,
να σε στενοχωρά;- Η ζωή μου έτσι ήταν όλη,
και, τώρα, ξαφνικά, αναποδογύρισες τη φύση.”
(Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Ποιήματα, μτφ. Άρης Δικταίος, εκδ. Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος)

-Τίτος Πατρίκιος, «Πάθη»


Ποιο πάθος λες;
Αυτό ν’ αφήνεσαι ρευστός
σε κάθε ερεθισμό του χώρου σου;
Το πάθος ν’ απαντάς σα στρείδι;
Το πάθος να παλεύεις με τα πάθη σου
δε λογαριάζεις;
Κι έπειτα
για ποια λευτεριά του αδέσμευτου μιλάς;
Μες στη σκλαβιά τη θέλω εγώ τη λευτεριά σου.
Μες στη σκλαβιά, που για να καταλύσεις,
αναγνωρίζεις πρώτα κι αποδέχεσαι.

-Μιχάλης Γκανάς, «Η διάρκεια είναι πάθος»


«Να μην κοιτάς, λοιπόν, μα να παρατηρείς.
Γιατί η παρατήρηση έχει διάρκεια.
Κι η διάρκεια είναι πάθος.
Η διάρκεια είναι πάθος.
Ένα πάθος που σιγοκαίει.
Σύμφωνοι χωρίς φλόγες αφού τις καταπίνει.
Αλλά και χωρίς καπνούς. Με λιγότερη στάχτη.
Δεν κορώνει μου λες. Ούτε κρυώνει.
Αντιθέτως κρατάει ζωντανή τη φωτιά.
Έστω τη σπίθα. Είναι κάτι κι αυτό.
Είναι πολύ. Είναι αυτό που μας λείπει.
Η διάρκεια είναι πάθος.
Ένα πάθος που δεν βλέπεις στο σινεμά
γιατί οι ταινίες διαρκούν το πολύ δυο ώρες
κι όταν πέφτει το τέλος
η ζωή συνεχίζεται.
Είρήσθω εν παρόδω όχι όπως θέλουμε
αλλά όπως μπορούμε.
Η διάρκεια είναι πάθος.
Ιδιαίτερα στην αγάπη.
Σου το λέω εγώ που αγαπώ
τόσους ανθρώπους επί τόσα χρόνια
χωρίς να το ξέρουν.
Μεταξύ μας για μένα τους αγαπώ.
Μου κάνει καλό.
Όπως η αγάπη μου για σένα φερ’ ειπείν.
Με κάνει καλύτερο.
Καλύτερο κι από σένα ενίοτε.
Έλα, σε πειράζω.

Δώσ’ μου το χέρι σου να το κοιμίσω.
Είναι παλτό ξεκούμπωτο η νύχτα
προβιά σφαγμένου ζώου που ανασαίνει ακόμα.
Κοιμήσου – η καρδιά μου ξαγρυπνά.
(Μιχάλη Γκανά, «Ο ύπνος του καπνιστή»)

Πες το με ποίηση (170ο): «Πάθος – πάθη»…




-«Με τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε την ζωή μας.• λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή»
(Γ. Σεφέρης)


-«…Σ᾿ αὐτὴν ἐδῶ τὴ γειτονιὰ
ἂς ἤμουν φωτογράφος
νὰ ὑπηρετῶ τὴν ὀμορφιὰ
μὲ τέχνη καὶ μὲ πάθος…»
(Ντ. Χριστιανόπουλος)
-«Δὲν ἔχει ἡ ἁπαλὴ ψυχὴ βραχώδη πάθη
καὶ πάντα λέει τὸ τραγούδι τῆς ὑπομονῆς.
Ὢ θὰ γυρίσουμε στὴν ὀμορφιὰ
μία μέρα…
Μὲ τὴ θυσία τοῦ γύρω φαινομένου
θὰ ἀνακαταλάβει, ἡ ψυχὴ τὴ μοναξιά της.»
(Ν. Καρούζος)

Άνευ όρων παράδοση

 
Η σχέση δεν είναι παιχνίδι με τραπουλόχαρτα, που επιβάλλεται να έχεις τα χαρτιά σου κλειστά. Κι ακόμη κι αν ήταν, σίγουρα θα ήταν παιχνίδι που παίζεται από δύο. Δεν παίζει ο καθένας μόνος του κρύβοντας τα χαρτιά του. Τα δικά μου τα ‘χα πάντα ανοιχτά.
Ίσως είμαι λιγάκι προβληματική στον έρωτα, ίσως οι απόψεις μου να παραείναι ρομαντικές. Όταν ερωτεύομαι τα δίνω όλα, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης δε λειτουργεί στην περίπτωσή μου, τον γουστάρω τον κίνδυνο, όλη μου τη ζωή περπατούσα σε τεντωμένα σκοινιά.
Τον άνθρωπό μου θέλω να τον κακομαθαίνω, έτσι είμαι, μου αρέσει να δίνω. Έβγαζα τα συναισθήματά μου, τα φιλιά μου, τα χάδια μου για ξεπούλημα και στην τελική τα έδινα δωρεάν. Εξάλλου, δε μου στοίχιζε και τίποτα, την αγάπη έμαθα να την δίνω απλόχερα.
Έδινα, έδινα και δε με ένοιαζε ποσό θα δώσω και τι θα πάρω πίσω σαν ανταμοιβή. Νομίζεις δε φοβόμουνα; Κι όμως μου αρκούσε ότι το παιχνίδι παιζόταν. Είχα, βλέπεις, αποθέματα συναισθημάτων και μια ακατανίκητη ανάγκη να τα προσφέρω.
Έτσι είχα μάθει, σαν παιχνίδι με χαρτιά, όλη μου τη ζωή ήμουνα τζογαδόρος και κάπως έτσι θα έπρεπε να γίνεται, δηλαδή, να ρισκάρεις μπας και κάποτε πιάσεις την καλή. Ο έρωτας θέλει άνευ όρων παράδοση. Τα «περίπου» και τα ημίμετρα δεν κολλάνε εδώ. Ή τα δίνεις όλα ή απλά δεν ερωτεύεσαι.
Να δίνεσαι σώμα και ψυχή, να αφήνεσαι κι ας μην πάρεις τίποτα για αντάλλαγμα, μονάχα στιγμές. Γιατί στα συναισθήματα δεν υπάρχουν βαθμίδες, είναι απόλυτα ή καθόλου κι αν δε σταθείς αδύναμος μπροστά τους πώς θα νιώσεις τη δύναμή τους; Στον έρωτα θυσιάζεσαι στο βωμό του υπέρμετρου.
Πάντα έδινα, γιατί μου άρεσε, γιατί είχα τα κότσια να το κάνω κι ας υπάρχουν άνθρωποι που ενώ έχουν και μπορούν να δώσουν, χτίζουν τοίχους είτε από φόβο είτε από εγωισμό. Μην καταλάβει ο άλλος τι νιώθουν και τους πάρει, τάχα μου, για δεδομένους, να νιώθουν ότι έχουν διαρκώς το πάνω χέρι. Θέλει θάρρος να μπορείς να δώσεις και δεν το έχουν όλοι αυτό το προνόμιο.
Κι όμως, όπως στη ζωή, έτσι και στον έρωτα, ο φόβος δεν έχει θέση, γιατί αν φοβάσαι να ρισκάρεις δε ζεις. Αν φοβάσαι να αφεθείς δε νιώθεις το μεγαλείο του. Ζεις βάσει κανόνων, αναλύσεων και λογικής, μα ο έρωτας δεν ξέρει ούτε από κανόνες ούτε από λογική.
Άλυτο αίνιγμα η κάθε ανθρώπινη ψυχή, δύσκολα μπαίνεις στα άβατα του άλλου. Ο καθένας λειτουργεί όπως θέλει, μα να τους υπενθυμίζεις πως τα δεδομένα γίνονται εύκολα ζητούμενα κι ο καθένας, στο τέλος, παίρνει ό,τι του αξίζει. Ίσως να έδωσες παραπάνω απ’ όσα άξιζαν, μα τι σημασία έχει; Το ένιωθες, το έκανες κι αν ο άλλος δεν είχε τα κότσια να το εκτιμήσει, κακό δικό του.
Σαν να ‘ναι παιχνίδι με χαρτιά κι ο έρωτας, all in κι όπου βγάλει.
Συντάκτης: Γεωργία Ιακώβου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη

Την ώρα της ηδονής κανένα ίχνος ενοχής


Ένα βλέμμα γεμάτο κρυμμένα «σε θέλω» αρκεί για να ξυπνήσει μέσα σου το χάος και να σε κάνει να θες να μπεις στο σώμα του άλλου, να φτάσεις μέχρι την ψυχή του. Κάθε σου κύτταρο φωνάζει επιθυμία.
Σε θέλω και δεν έχω ενδοιασμούς ούτε αναστολές, σε θέλω και δεν ντρέπομαι να το φωνάξω, να το μάθουν όλοι, απλά σε θέλω ανελέητα κι απελπισμένα. Θέλω τον έρωτά σου πρόστυχο και παθιασμένο. Θέλω να κάνω μαζί σου πράγματα ανείπωτα.
Θέλω να σε νιώσω, να αισθανθώ την ανάσα σου να βαραίνει, το βλέμμα σου επάνω μου την ώρα που καυλώνεις εξαιτίας μου και μόνο για μένα. θέλω να με αγγίξεις όπως δε με έχουν ξαναγγίξει, θέλω οργασμούς, θέλω ποσότητα, θέλω ποιότητα και διάρκεια.
Εγώ κι εσύ, εμείς στο πάτωμα, στο γρασίδι, στο κρεβάτι, οπουδήποτε. Δεν έχει η κάβλα περιορισμούς, βάλε φαντασία κι άσε την ελεύθερη να μεγαλουργήσει. Το καλό κρεβάτι απαιτεί μηδενικές αναστολές.
Για να ανάψει μια φωτιά αρκεί ένα «σε θέλω» και κάπου εκεί γίνεσαι παρανάλωμα του πυρός, με τις αισθήσεις σου να αρχίζουν να χτυπάνε κόκκινο. Την ώρα εκείνη μιλάνε μόνο τα κορμιά, τα λόγια είναι, συνήθως, περιττά. Τα λένε όλα οι αισθήσεις κι είναι η μόνη φορά που λειτουργούν όλες ταυτόχρονα, μαζί ή κι εκ περιτροπής.
Στην αρχή η όραση, ένα βλέμμα και χάνεσαι, κοιτάς τον άλλον και κτυπάει το καμπανάκι της επιθυμίας. Παρανοείς, δεν μπορείς να σκεφτείς, θέλεις να τον αγγίξεις και δε χάνεις χρόνο. Περνάς στην αφή. Το δέρμα, η αίσθηση που αφήνει κάτω απ’ τα δάκτυλά σου κι εκείνα να διαγράφουν ηδονικές διαδρομές, αφήνοντας μια αίσθηση ανατριχίλας στο πέρασμά τους. Τα χέρια ταξιδεύουν παντού, σε σημεία απαγορευμένα. Γεννιέσαι και πεθαίνεις μόνο γι’ αυτά τα χέρια κι αυτό το άγγιγμα.
Και τα μάτια κλείνουν κι έρχεται το φιλί, αργό ή άγριο, παθιασμένο και γεύεσαι τα χείλη, το δέρμα του κι η γλώσσα μοιάζει πύρινη λαίλαπα που καίει ό,τι αγγίζει. Μυρίζεις, τη σάρκα του, το άρωμά του, τον ιδρώτα του, το ξεχωριστό αποτύπωμα του καθενός, τη μυρωδιά του.
Ακούς την καρδιά να κτυπά πιο δυνατά και την ανάσα να κόβεται. Αναστεναγμοί και λέξεις ξεφεύγουν απ’ τα χείλη και φτάνουν στα αφτιά κι αυτό σε κάνει να θες τον άλλο ακόμα περισσότερο. Ένα παραλήρημα που μόνο εσείς καταλαβαίνετε.
Κι ο χρόνος παύει να υπάρχει, άγγελοι και δαίμονες καίγονται μαζί. Δυο κορμιά σε ένα χορό αισθήσεων και παραισθήσεων στροβιλίζονται σε ένα κρεβάτι, ιδρώνουν και καίγονται μαζί στο βωμό του «σε θέλω». Και γίνεσαι ένα με τον άλλο και μπαίνεις βαθιά μέσα του κι αφήνεις υπογραφές στο κορμί του. Διψάς για έρωτα κτηνώδη με μια δίψα που δε σβήνει, όαση το κορμί του άλλου κι εσύ να θέλεις να πιεις νερό απ’ την πηγή.
Κι εκείνη την ώρα η κάβλα, μωρό μου, δεν καταλαβαίνει από «πρέπει» και «μη». Η κάβλα είναι απόλυτη, τα θέλει όλα, τα απαιτεί, εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Μη βάζεις φρένο, πάτα τέρμα το γκάζι και ξεπέρασε τα όρια.
Τόλμησε να αφεθείς. Οι απαγορευτικές γραμμές είναι για τις περνάμε. Ακόμα κι αν είσαι άγγελος, εκείνη την ώρα θα χάσεις την αθωότητα και τα φτερά σου. Την ώρα της ηδονής κανένα ίχνος ενοχής.
Συντάκτης: Γεωργία Ιακώβου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη

Εκείνοι που μας έσπρωξαν στον γκρεμό


«Άκου, όλα είναι θέμα επιλογών κι εγώ επέλεξα εσένα. Δε με τράβηξε κανείς με το ζόρι, ούτε μου τα έφερε η ζωή ανάποδα. Ήσουν επιλογή μου, δίχως καβάτζα καμιά, αποφάσισα να το ζήσω. Γιατί αγάπη μου, οι άνθρωποι είναι παράξενα πλάσματα και τρέφονται από τις εντάσεις.
Εγώ λοιπόν, ήθελα να σε βλέπω να γελάς, να νιώθεις ευτυχία. Να κλείσω τις πληγές, να μη θυμάσαι. Να ακουμπάς επάνω μου και να αντέχεις το αύριο. Να γίνω ο  άνθρωπός σου, εκείνος που θα γυρνάς τις νύχτες να κουμπώνεις στην αγκαλιά του.
Εγώ σε επέλεξα, μη με ρωτάς γιατί. Δεν υπάρχει απάντηση μωρό μου.
Και ξέρεις, με υποτιμούσα για να νιώθεις εσύ καλά. Έγινα το δεκανίκι σου να αντέξεις.
Άπλωνα τα χέρια μου να σταθείς. Προσπαθούσα να σε βρω και έχανα εμένα. Για σένα ήταν όλα αυτονόητα και δεδομένα. Αφού δεν χρειάστηκε για τίποτα να προσπαθήσεις, απολάμβανες τα δώρα σου και για ευχαριστώ, ούτε λόγος.
Στην τελική όμως κάηκα μόνος. Έβλεπες τον γκρεμό μπροστά μου και αντί να με τραβήξεις από το χέρι, με οδήγησες ευλαβικά εκεί, λίγο πριν αλλάξω πορεία με χτύπησες φιλικά στην πλάτη και με έσπρωξες, να είναι η πτώση μου σίγουρη.
Καμάρωνες μετά το έργο σου, αποποιήθηκες των ευθυνών σου, σχεδόν γελούσες ειρωνικά. «Έλα μωρέ, θα περάσει, τράβα παρακάτω». Αυτά μου είπες και έκλεισες το τηλέφωνο.
Δε σε κατηγορώ όμως, μία μέρα θα καταλάβεις, κάποιοι άνθρωποι είναι μαθήματα στη ζωή μας, εσύ ήσουν σχολείο ολόκληρο και εγώ πήρα πτυχίο».
Ο Βασίλης ο φίλος μου, μονολογούσε απογοητευμένος από έναν πρόσφατο χωρισμό. Και είπε δύο μαγικές λέξεις «επιλογή και απογοήτεση». Αυτές θα κρατήσω σήμερα.
Όλα είναι θέμα επιλογών και σε κάθε επιλογή υπάρχει ένα τίμημα που καλείσαι να πληρώσεις.
Οι άνθρωποι αρέσκονται να επιρρίπτουν τις ευθύνες στους άλλους. Τους είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αναγνωρίσουν την κατάλληλη στιγμή, αν μία επιλογή τους είναι σωστή ή λάθος.
Με το πέρασμα του χρόνου κι ενώ είναι ήδη αργά, αρχίζουν να αναρωτιούνται αν έκαναν το σωστό. Τότε δημιουργείται ένα χάος από ερωτηματικά και πολλές υποθετικές προτάσεις με το «αν» να τις εισάγει.
Θέλει μαγκιά να πεις: «Εγώ φταίω. Ναι εγώ, δικά μου τα πάθη και τα λάθη μαζί».
Αυτό που θεώρησες κάποτε σωστό μην το απορρίπτεις μόνος σου, δώσε του την αξία που του αρμόζει. Επιλογή σου ήταν να μην αφήσεις την παρτίδα μισή, επιλογή σου να βλέπεις τον γκρεμό και να πατάς το γκάζι. Εσύ το διάλεξες, άλλα έβλεπες και άλλα αισθανόσουν, άλλα ήλπιζες και άλλα ήρθαν. Πρόσεξέ με όμως, όλα αυτά στο δικό σου κεφάλι. 
Εσύ άφησες τον εαυτό σου έρμαιο των συναισθημάτων του στα χέρια κάποιου άλλου, στο χέρι του ήταν αν θα σε πατούσε. Ή μάλλον στο πόδι του κι εκείνος σε έκανε χαλί. Τι παραπονιέσαι τώρα; Το έχεις κάνει και εσύ μην ξεχνιέσαι τόσο γρήγορα. Το έκανες και μάλιστα είπες και την ίδια ατάκα.«Πώς κάνεις έτσι; προχώρα μπροστά».
Παραπονιούνται όμως οι άνθρωποι σε ανάλογες περιπτώσεις, βγάζουν κακία συνήθως και θυμό. Με μία λέξη, απογοήτευση, εκείνο το παράξενο συναίσθημα που σου γυρνάει κόμπο το στομάχι. Πού δεν ξέρεις αν πρέπει να το νιώσεις για σένα πρώτα ή για τον άλλο;
Πικραίνει το στόμα από τα τσιγάρα, σκέψη, στη σκέψη και σενάρια.« Μα πώς μπόρεσε να μου φερθεί έτσι;». «Δε μου άξιζε. Μα είναι δυνατόν να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι;». Μερικές από τις χιλιάδες που στριφογυρίζουν στον εγκέφαλό σου, μέχρι να κάψει φλάντζα.
Ε μα φυσικά και υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, φυσικά και μπορεί να σου φερθούν έτσι. Και ακόμη πιο φυσικό να απογοητεύεσαι. Να σέρνεσαι στα πατώματα και να μουρμουρίζεις ένα «γαμώτο». Γιατί βέβαια δε δίνουν οι άνθρωποι για να πάρουν, αλλά όσο να’ ναι είναι μεγάλο άδειασμα, όταν δίνεις τα πάντα και παίρνεις το τίποτα.
Σκοπός είναι όμως να μην πάψεις να αγαπάς, να μην πάψεις στιγμή να δίνεις και να δίνεσαι. Πρόσεχε απλά που επιλέγεις να το κάνεις.
«Θα σταθώ όρθιος ξανά, εσύ θα με ψάχνεις. Όταν όλα τελειώσουν, δε θα είσαι ούτε καν ανάμνηση στο μυαλό μου. Θα είσαι απλά ένα τίποτα, αυτό σου αξίζει. Όταν εγώ θα ανέβω στο βουνό και θα αναπνέω οξυγόνο, εσύ θα παραμένεις στα σκατά που μόνη σου διάλεξες. Η διαφορά μας; Eγώ με απογοήτευσα για χάρη σου συνειδητά, εσύ απλά είσαι μία απογοήτευση μόνη σου.
Οι επιλογές έχουν το τίμημά τους, κάποιο βράδυ θα ξυπνήσεις με λυγμούς, μόνη στο κρεβάτι και θα αναρωτιέσαι, τι να κάνει εκείνος ο τύπος που έριξες στο γκρεμό ; Tότε όμως θα είναι αργά». Έπιασε πάλι να μονολογεί ο Βασίλης.
Όλα είναι θέμα επιλογών και ο καθένας κάνει τις δικές του.
Συντάκτης: Βάγια Τοπάλη

Το παιχνίδι της απόρριψης


Το παιχνίδι της απόρριψης

 
«Δεν έχεις μάθει να δέχεσαι την απόρριψη, δε σε έχουν απορρίψει και δεν ξέρεις να τη διαχειρίζεσαι, γι΄ αυτό κάνεις σαν κακομαθημένο δεκάχρονο. Γι΄αυτό επιμένεις. Θίχτηκες κι εσύ και ο εγωισμός σου. Αν μου έκλεινες εσύ την πόρτα στα μούτρα όλα θα ήταν υπέροχα, αλλά βλέπεις σε πρόλαβα. Εμένα με έχουν απορρίψει πολλές φορές και ξέρω». Αυτά μου είπε και μου έκλεισε την πόρτα στα μούτρα, ενώ έμεινα μετέωρη να προσπαθώ να μαζέψω τα κομμάτια μου.
Δεν έδωσα μεγάλη σημασία σε αυτές τις κουβέντες. Το μόνο που έκανα ήταν να τον χαρακτηρίσω κομπλεξικό, ανασφαλή και γαϊδούρι. Η πίεση μου χτύπησε κόκκινο και επί μέρες ξεστόμιζα ό, τι κοσμητικό επίθετο διέθετα στη συλλογή μου.
«Δηλαδή, κάτσε ρε φίλε, επειδή εσύ έχεις συνηθίσει να σε απορρίπτουν, είπες να μάθεις και σε εμένα πώς είναι; Με το συμπάθιο κιόλας, αλλά τι σόι εκδικητικό και ανθυγιεινό πλάσμα είσαι του λόγου σου;».
Όσο κι αν θύμωσα όμως, όσο κι αν οργίστηκα, μετά από καιρό με κάθισα κάτω και άρχισα να αναρωτιέμαι αν κρυβόταν καμία αλήθεια πίσω από αυτές τις κουβέντες. 
Έφερα στο μυαλό μου, όλες τις παλιές σχέσεις μου και άρχισα το ξεσκαρτάρισμα. Όσο κι αν είχα την ανάγκη να είναι διαφορετικά τα πράγματα, ο τύπος είχε δίκιο -σιγά μην του το δώσω βέβαια- βάρεσε ακριβώς στο κέντρο, λέγοντάς μου το αυτονόητο, οτι δηλαδή ήμουν τόσο εγωίστρια που μου ήταν αδιανόητο να δεχθώ πως απορρίφθηκα.
Να δεχθώ δηλαδή ότι δε θα πω εγώ την τελευταία λέξη και δεν θα πάρω την ικανοποίηση να τον αφήσω σύξυλο στα καλά καθούμενα, αφού βεβαίως πρώτα, επιβεβαιωθώ και πάρω όλα όσα έχω ανάγκη για να πω με καμάρι, τα κατάφερα και με αυτόν.
Οι άνθρωποι είμαστε εγωκεντρικοί, εγωπαθείς. Κακομαθημένα παιδιά που θέλουμε να επικρατεί το δικό μας. Στο μικρόκοσμό μας, όλα εξελίσσονται βάση των δικών μας θέλω, της αξίας που εμείς δίνουμε στον εαυτό μας. Τους στόχους και τα όνειρα που ευελπιστούμε να πραγματοποιήσουμε.
Άπαξ λοιπόν και ο στόχος έχει όνομα και είναι ερωτικός,δε σηκώνουμε μύγα στο σπαθί μας. Πρέπει να κατακτηθεί πάση θυσία, να γίνει δικός μας. Τι συμβαίνει όμως, όταν τα πράγματα δεν βαίνουν καλώς μέχρι τέλους;
Όταν απορριφθεί κανείς σε επαγγελματικό επίπεδο, συνήθως ρίχνει την ευθύνη στον εργοδότη, ο οποίος δεν εκτίμησε σωστά τα προσόντα του, ρίχνει την ευθύνη στον ανταγωνιστή που είχε και λίγο μέσο και τα κατάφερε, Το πάει από εδώ, το φέρνει από εκεί και προχωράει παρακάτω.
Στις διαπροσωπικές σχέσεις όμως και δη στις ερωτικές, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα.
Το παιχνίδι είναι ανταλλακτικό, δίχως συμβόλαια και κανόνες. Το μόνο που ξέρω, ως γενική επαναλαμβανόμενη αλήθεια, είναι πως αυτός που νιώθει περισσότερα, είναι εκείνος που στο τέλος θα πληρώσει το λογαριασμό.
Σε απέρριψε λοιπόν και έπεσες στα πατώματα.
Στην αρχή τα έβαλες με εσένα, αναρωτήθηκες επίμονα ποια ήταν η αιτία. Τι δε διέθετες, τι δεν έκανες σωστά και τι μπορούσες να κάνεις για να ανατραπεί το παιχνίδι. Αφού τα βρήκες όλα εντάξει, μιας και σου χάιδεψες αρκετά τα αυτιά, προχώρησες στο να πεις πως εσύ είσαι το τέλειο όν.
Βέβαια υπάρχει και η πιθανότητα, να έριξες ένα κάρο λάθη πάνω σου και να να χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο, θεωρώντας πως δε θα έφτανες εδώ αν είχες πάρει διαφορετικές αποφάσεις.
Έπειτα έπιασες τον άλλον και τον έκανες χίλια κομμάτια, ανέλυσες μέχρι και τον τρόπο που ανέπνεε για να καταλάβεις για ποιο λόγο σε απέρριψε. Άρχισες να τον κατηγορείς, να ακυρώνεις κάθε κύτταρό του και φυσικά τον ανακήρυξες εχθρό πρό των πυλών. Φαντασιώθηκες την ημέρα που θα επιστρέψει μετανιωμένος στα γόνατα και θα σε παρακαλάει. Ορκίστηκες να του το ξεπληρώσεις.
Σε απέρριψε, ούτε επειδή σου λείπει κάτι, ούτε επειδή φοβήθηκε, ούτε επειδή δεν εκτίμησε ή οτιδήποτε άλλο. Όπως εσύ κατά καιρούς έχεις απορρίψει ανθρώπους και τους άφησες στα κρύα του λουτρού. Τι το αναλύεις; Τι το ζαλίζεις το θέμα; Δεν υπάρχει λόγος, κανένας μάλιστα.
Αν έκλεινες εσύ την πόρτα στα μούτρα του, θα ήταν όλα μέλι γάλα. Όπως ακριβώς μου είπε και εμένα, εκείνος ο τύπος στο παρελθόν.
Η πρώτη φορά πάντα πονάει και ο πόνος είναι ανάλογος του εγωισμού σου και των συναισθημάτων σου. Αν δεις ωστόσο τα πράγματα από αντικειμενική σκοπιά, δεν χρειάζεται να φέρεις το τέλος του κόσμου, ούτε την καταστροφή.
Μάζεψε τον τσακισμένο εγωισμό σου, δέξου την ήττα και προχώρα. Μέχρι τώρα έπαιζες το ρόλο του θύτη, μα για να υπάρξει νικητής, πρέπει να υπάρξει και ηττημένος.
Δέξου το, διαφορετικά αποδέξου οποιονδήποτε εμφανιστεί στη ζωή σου, απερίσκεπτα, έτσι για να έχεις το δικαίωμα να λες πώς είσαι σωστός.
Συντάκτης: Βάγια Τοπάλη

Απαγορευμένοι έρωτες


 
Εύα! Να ένα μήλο.
Το μήλο της Εύας. Ένα δέντρο που δεν έπρεπε να αγγιχτεί, ένας απαγορευμένος καρπός.
Η Εύα όμως, συνώνυμη της λαγνείας, της αμαρτίας, θέλησε να γευτεί το κόκκινο, ζουμερό φρούτο. Να το δαγκώσει, να νιώσει τα κομμάτια του, να πλημμυρίζουν τον ουρανίσκο της.
Ο Αδάμ ως άνδρας παρασύρθηκε στην πλεκτάνη και εσαεί χρεώθηκε να αποπληρώνει τις αμαρτίες της, στην επίγεια κόλαση.
Σαν γνήσιοι απόγονοι των πρωτόπλαστων, οι άνθρωποι σαγηνεύονται από το απαγορευμένο. Όσο πιο απαγορευμένος ο καρπός, τόσο τους τραβάει από τη μύτη. Τόσο μεγαλύτερη γίνεται η σαρκική έλξη την οποία καλούνται να τιθασεύσουν.
Είναι και εκείνο το κόκκινο μήλο τόσο εύγευστο, που δύσκολα αντιστέκεται κανείς, κυλάει στο αίμα μας, η γεύση και η μορφή του.
Απαγορευμένοι έρωτες λοιπόν.
Όλοι έχουμε τουλάχιστον έναν. Είτε πλατωνικό, είτε με σφραγίδα. Ικανός να σου κλείσει πρώτο καζάνι κόλαση, να βράζεις στο ζουμί σου, να καίγεσαι και τελειωμό να μην έχει.
Ποιοι είναι όμως ο απαγορευμένος έρωτας;
Είναι εκείνος που ξεπερνά τα όρια και τις αρχές σου. Τον φοβάσαι. Περισσότερο ωστόσο φοβάσαι τον περίγυρο, έτσι τον ονοματίζεις απαγορευμένο και τρέχεις αξημέρωτα να τον βρεις, μην σας πάρει κανένα μάτι.
«Μα καλά με τον πρώην της φίλης της; ».
«Μα είναι δυνατόν, με τον φίλο του πρώην της; »
Άνευ λόγου ιστοριούλες δακρύβρεχτες, ποτισμένες με βρώμικα φιλιά και δήθεν απαγορεύσεις.
Κατά φαντασία παρανομία, να ανάβουν τα αίματα.
Αλλού είναι τα κόκκινα μήλα.
Στους δύο τρίτος δεν χωρεί, εκτός κι αν ένας από τους δύο ανοίγει διάπλατα πόρτες και παράθυρα, να αεριστεί το σπίτι.
Αυτός ναι είναι απαγορευμένος. Όχι από πουριτανισμό, ούτε από δήθεν καθωσπρεπισμούς, από σεβασμό προς το εαυτό σου.
Ό ανέντιμος μια φορά άνθρωπος θέλγεται και δεύτερη, οπότε θα έρθει και η σειρά σου να μείνεις στον πάγκο.
Δεν θα αναλύσω αν έχει δίκιο ο παντρεμένος ή η παντρεμένη που ξενοκοιτά. Ούτε θα σταθώ σε προβλήματα του γάμου τους.
Θα μου επιτρέψετε ωστόσο να μην χρησιμοποιήσω τη λέξη έρωτα για ένα ξαναπήδημα, να γεμίσουν οι μπαταρίες.
Γιατί αν ήταν έρωτες αυτοί, μάλλον δεν θα έμενε στεριωμένο σπίτι στη χώρα μας. Λόγω διαζυγίων. Συνήθως το τρίτο πρόσωπο είναι εκείνο που τρώει το παραμυθάκι και εθελοτυφλεί.
Αξίζει να πληγώσεις και να πληγωθείς; ‘H σε εξιτάρει η ιδέα πως πήρες το κομμάτι σου από τον απαγορευμένο καρπό;
Η κοπέλα του φίλου σου. Συμβαίνει και αυτό καμιά φορά. Τι αξίζει περισσότερο όμως, η φιλία ή ο έρωτας;
Να απολαύσεις κάτι που δε σου ανήκει. Να πείσεις τον εαυτό σου, πως δεν σου συμβαίνει. Να είσαι διακριτικός, να δώσεις μάχες με θεούς και δαίμονες να αντισταθείς. Λες πως την ερωτεύτηκες, αν δεν άνηκε κάπου αλλού θα ένιωθες το ίδιο;
Κι αν την κατακτήσεις, μετά;
Κόκκινα μήλα παντού.
Φιλιά γεμάτα πάθος σε γωνίες. Μία λάθος στιγμή, νύχτες γεμάτες ηδονή. Μάτια που μιλούν. Έρωτες πηγαίοι, αναθεματίζεις καταστάσεις, δε θέλεις να πεις αντίο.
Κάπου φαντάζεσαι το αίσιο τέλος, οι μάγισσες και οι δράκοι πεθαίνουν και εσύ στο άσπρο άλογο με τον καλό σου, έχεις σκοτώσει το υπόλοιπο σύμπαν εκατό φορές.
Σε διαπερνούν τα βολτ και το κορμί σου ανατριχιάζει από το πρώτο, στο τελευταίο κύτταρο.
Υπάρχουν βέβαια και κοινωνίες περισσότερο φιλελεύθερες από τη δική μας. Στις οποίες κατακριτέες, θεωρούνται μόνο οι αιμομικτικές σχέσεις.
Επίσης δεν γνωρίζω ποια σύμβαση απαγορεύει να ερωτευτείς από τη στιγμή που θα φορέσεις τη βέρα.
Ο έρωτας δεν αντιλαμβάνεται νομίζω τέτοιου είδους συμβάσεις. Καλό είναι ωστόσο να θέτουμε όρια. Κατ’ αρχήν ως προς το τι ονοματίζουμε απαγορευμένο αλλά και όσο αναφορά της επιλογές μας.
Είναι που αυτούς τους έρωτες τους θέλω πλατωνικούς και τα μήλα στο δέντρο τους. Να υπάρχει μαγεία.
Έχει και άλλα φρούτα, σιγά τα μήλα. Κι αν διαφωνείς αιτούμαι τουλάχιστον και την τιμωρία του Αδάμ. Εκείνος εξάλλου φταίει για όλα. Εύα! Να ένα μήλο.
Συντάκτης: Βάγια Τοπάλη

Η Γοητεία του Απαγορευμένου


Η Γοητεία του Απαγορευμένου
<p>Γιατί άραγε είναι τόσο πολύ γλυκός ο απαγορευμένος έρωτας; Ενώ όλοι συμφωνούμε – στα λόγια – ότι είναι πολύ σημαντικό πράγμα η πίστη σε μια σχέση, ενώ κανένας δεν θέλει στην πραγματικότητα να βρεθεί σε δύσκολη θέση στον έρωτα, ωστόσο, ο απαγορευμένος έρωτας, ζει και θριαμβεύει! Και μάλιστα, ίσως να είναι και από τα πιο συνταρακτικά πράγματα που μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος στην ερωτική του ζωή. Γιατί άραγε είναι τόσο, τόσο παθιάρικα γλυκός ο απαγορευμένος έρωτας, που μπορεί να κάνει μια γυναίκα να χάσει τη λογική της, ή έναν άντρα να χάσει την αξιοπρέπειά του; Τι είδους μηχανισμούς κινητοποιεί μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, και γίνεται τόσο απαραίτητος ένας άνθρωπος, που απαγορεύεται να είσαι μαζί του; Και γιατί δεν μπορεί να πει η καρδιά ένα ξεκάθαρο όχι; Ας πούμε την αλήθεια: ο απαγορευμένος έρωτας είναι μια βαθιά ανθρώπινη εμπειρία, που μπορεί να  αναστατώσει τόσο πολύ την ανθρώπινη ψυχή, όσο ίσως κανένας έρωτας που έχει αίσθηση νομιμότητας. Γιατί άραγε;
Ο έρωτας και ο κίνδυνος είναι δυο πολύ στενά συνδεδεμένα φαινόμενα. Ο έρωτας, σπάει τα όρια του ανθρώπου έτσι κι αλλιώς. Ειδικά για τη γυναίκα ο έρωτας, έχει πάντα μια μεγαλύτερη αίσθηση κινδύνου και απαιτεί απόλυτη παράδοση. Ας το σκεφτούμε: η ώρα που μια γυναίκα αφήνεται στα χέρια του άντρα που αγαπάει, ουσιαστικά φλερτάρει έτσι κι αλλιώς με τον κίνδυνο. Η αίσθηση ότι αυτός ο άντρας, μπορεί και να μην κάνει να την αγκαλιάζει, μπορεί να μην είναι κοινωνικά σωστό, αυξάνει απίστευτα την γοητεία του έρωτα. Δίνει μια αίσθηση πρωτόγονη στην ένωση.
Είναι γενικά αποδεδειγμένο ότι όσο μεγαλύτερες απαγορεύσεις υπάρχουν σε μια κοινωνία γύρω από τον έρωτα, τόσο περισσότερο φουντώνει η απαγορευμένη αγάπη! Μπορεί να φαίνεται περίεργο, είναι όμως; Το ίδιο δεν συμβαίνει με όλα τα πράγματα; Ο πιο ασφαλής τρόπος για να εκτινάξεις την ζήτηση κάποιου πράγματος – ό,τι κι αν είναι αυτό, είναι να το απαγορεύσεις! Αν αυτό ισχύει σε πράγματα άψυχα, πόσο μάλλον περισσότερο συμβαίνει με τον έρωτα, όπου δύο ψυχές καλούνται να αντέξουν τον πειρασμό να μην είναι μαζί, απλά γιατί «δεν πρέπει», γιατί «απαγορεύεται».
Ο έρωτας δεν καταλαβαίνει από ταμπέλες που του επιβάλλουν όρια. Είναι ένα θυελλώδες φαινόμενο, είναι μια πυρκαγιά, και κάθε τέτοια ακραία κατάσταση, από τις δυσκολίες αντί να κατευναστεί, συδαυλίζεται! Η αίσθηση της ενοχής, του παράνομου, του κρυφού, είναι από μόνες τους τόσο ρομαντικές, που αρκούν για να φέρουν κοντά, πολύ κοντά, ακόμα και ανθρώπους που αν μπορούσαν να είναι μαζί χωρίς κανένα εμπόδιο, ίσως και να μην ήταν. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι πολλές φορές, μόλις τα εμπόδια που χωρίζουν δυο ανθρώπους που ζουν έναν παράνομο έρωτα υποχωρήσουν, ο έρωτάς τους σβήνει! Το καρδιοχτύπι του να περιμένεις να συναντήσεις την αγάπη σου στα κλεφτά, η αίσθηση της απώλειας κάθε φορά που οι δύο ερωτευμένοι χωρίζουν, τα συνεχή όνειρα του τι θα κάνουν αν είναι συνέχεια μαζί, είναι τόσο βαθιά ερωτικά, που αν λείψουν, ο έρωτας δεν αντέχει.
Αν υπάρχει μια αλήθεια που βγαίνει από τον απαγορευμένο έρωτα, είναι πως κανείς έρωτας δεν αντέχει το σκληρό φως της καθημερινότητας! Αν μπορούσαμε να κάνουμε μετάγγιση του πάθους που ζει έναν παράνομο ζευγάρι σε μια «νόμιμη» σχέση, θα είχαμε τον τέλειο έρωτα! Δεν είναι καθόλου εύκολο βέβαια. Ακριβώς γιατί ο κίνδυνος που υπάρχει στον απαγορευμένο έρωτα, ο κίνδυνος να εκτεθούν οι ερωτευμένοι, να πρέπει να λογοδοτήσουν για τη στάση τους αν αποκαλυφθούν είναι πραγματικός. Αυτό είναι το πιο σπουδαίο κομμάτι του απαγορευμένου έρωτα. Και δεν είναι εύκολο να ζει κάποιος μια τέτοια ένταση χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος.
Όσο και αν οι κοινωνίες και ο καθένας ξεχωριστά εξορκίζουν τον απαγορευμένο έρωτα, αυτός εξακολουθεί να είναι ο βασιλικός έρωτας! Κάθε έρωτας που έχει το πάθος του απαγορευμένου, είναι πραγματικό συναίσθημα. Όταν αυτό το πάθος δεν υπάρχει, όταν η σχέση δεν έχει την ένταση του απαγορευμένου, του κρυφού και του μοιραίου έρωτα, είναι απλά μια σύμβαση!
Σε απασχολούν αναπάντητα ερωτήματα; Θέλεις να μάθεις πως θα εξελιχθεί η κατάσταση στα αισθηματικά σου; υπάρχει τρίτο πρόσωπο στην σχέση σου; έχεις σχέση με παντρεμένο; θέλεις άμεσα επανασύνδεση; Θέλεις να γνωρίζεις τι έρχεται στα επαγγελματικά σου;